ΑΡΕΙΟΣ ΠΑΓΟΣ: NΑ TEΘΟΥΝ ΣΕ ΕΥΝΟΪΚΟ ΚΑΘΕΣΤΩΣ ΤΑ ΚΟΚΚΙΝΑ ΔΑΝΕΙΑ ΤΩΝ ΑΓΡΟΤΙΚΩΝ ΣΥΝΕΤΑΙΡΙΣΜΩΝ...
Προνομιακή μεταχείριση την οποία έχουν οι αγρότες για τα κόκκινα δάνεια τους που έχουν πάρει από την Αγροτική Τράπεζα Ελλάδος (ΑΤΕ) ισχύει ...
και για τα νομικά πρόσωπα, όπως είναι Αγροτικοί Συνεταιρισμοί, αγροτικές κεφαλαιουχικές εταιρείες (Α.Ε., Ε.Π.Ε., κ.λπ.), εφόσον αποδεδειγμένα έχουν ως κύρια δραστηριότητα την άσκηση γεωργικών εργασιών.
Αυτό εισηγήθηκε στην Ολομέλεια του Αρείου Πάγου τόσο η Εισαγγελέας του Ανωτάτου Δικαστηρίου Ευτέρπη Κουτζαμάνη, όσο και αρεοπαγίτης Παναγιώτης Χατζηπαναγιώτης.Ειδικότερα, το 2004 θεσπίστηκε νομοθετική ρύθμιση (νόμος 3259/2004) υπέρ των ληξιπρόθεσμων οφειλετών της ΑΤΕ που κατά κύριο επάγγελμα είναι αγρότες(φυσικά πρόσωπα). Η ρύθμιση αυτή ήταν ευνοϊκότερη έναντι άλλων κατηγοριών οφειλετών-δανειοληπτών.
Συγκεκριμένα προβλέφθηκε ότι οι ληξιπρόθεσμες οφειλές από δάνεια, πιστώσεις, συμβάσεις, κ.λπ. εκείνων των φυσικών προσώπων που είναι αγρότες κατά κύριο επάγγελμα, δεν μπορούν να υπερβαίνουν το διπλάσιο του ληφθέντος δανείου, σύμβασης, πίστωσης κ.λπ.
Για το ίδιο θέμα υπήρχε και προγενέστερο νομοθετικό καθεστώς (νόμος 2789/2000), το οποίο όμως ήταν λιγότερο ευνοϊκό για τα κόκκινα δάνεια των αγροτών.
Μάλιστα, ο νόμος του 2004 προβλέπει ότι για τα δάνεια που χορηγήθηκαν πριν το 1990 και δεν υπάρχουν επαρκή στοιχεία για την ανεύρεση του αρχικού κεφαλαίου (δανείου) που χορηγήθηκε, τότε η συνολική οφειλή δεν μπορεί να υπερβαίνει το 150% της οφειλής, όπως αυτή είχε διαμορφωθεί στην τελευταία προ του 1990 ρύθμιση.
Η κυρία Κουτζαμάνη και ο κ. Χατζηπαναγιώτης, υποστήριξαν ενώπιον της Ολομέλειας του Ανωτάτου Δικαστηρίου, ότι η επίμαχη ευνοϊκή νομοθετική ρύθμιση, πλέον των κατά κύριο επάγγελμα αγροτών (φυσικών προσώπων ), καταλαμβάνει και εκείνα τα νομικά πρόσωπα (εταιρείες, Αγροτικούς Συνετισμούς, κ.λπ.) που ασκούν αγροτική δραστηριότητα, υπό τις προϋποθέσεις ότι:
- Τα νομικά αυτά πρόσωπα (εταιρείες, κ.λπ.) έχουν συσταθεί από πρόσωπα που είναι κατά κύριο επάγγελμα αγρότες
-Η κύρια δραστηριότητά τους «συνίσταται πράγματι στην άσκηση γεωργικών εργασιών, σχετικών με συγκεκριμένη αγροτική εκμετάλλευση, από την οποία αντλούν τα εισοδήματά τους
-Για την σύσταση των νομικών αυτών προσώπων να έχουν τηρηθεί οι νόμιμες προϋποθέσεις, όπως αυτές προβλέπονται από τον Αστικό Κώδικα.
Η ευνοϊκή αυτή ρύθμιση, σύμφωνα με τις δύο εισηγήσεις, καταλαμβάνει και τους δανειολήπτες εκείνους που δεν είναι πλέον αγρότες («έχουν απωλέσει την ιδιότητα του αγρότη»).
Αντίθετα, κατά το χρόνο λήψης του δανείου, απαιτείται να υπάρχει η ιδιότητα του αγρότη, χωρίς όμως να απαιτείται η συνέχιση του αγροτικού επαγγέλματος.
Σύμφωνα με τους δικαστικούς λειτουργούς, οι ευνοϊκές αυτές ρυθμίσεις υπέρ των αγροτών, καταλαμβάνουν και τα νομικά πρόσωπα που δραστηριοποιούνται στον αγροτικό τομέα, καθώς αποσκοπούν «στην προσέλκυση και ενίσχυση νέων κυρίως στην συστηματική εκμετάλλευση γεωργικών καλλιεργειών».
Η Ολομέλεια του Αρείου Πάγου επιφυλάχθηκε να εκδώσει την απόφασή της, η οποία αναμένεται μέσα στους επόμενους δύο μήνες.
και για τα νομικά πρόσωπα, όπως είναι Αγροτικοί Συνεταιρισμοί, αγροτικές κεφαλαιουχικές εταιρείες (Α.Ε., Ε.Π.Ε., κ.λπ.), εφόσον αποδεδειγμένα έχουν ως κύρια δραστηριότητα την άσκηση γεωργικών εργασιών.
Αυτό εισηγήθηκε στην Ολομέλεια του Αρείου Πάγου τόσο η Εισαγγελέας του Ανωτάτου Δικαστηρίου Ευτέρπη Κουτζαμάνη, όσο και αρεοπαγίτης Παναγιώτης Χατζηπαναγιώτης.Ειδικότερα, το 2004 θεσπίστηκε νομοθετική ρύθμιση (νόμος 3259/2004) υπέρ των ληξιπρόθεσμων οφειλετών της ΑΤΕ που κατά κύριο επάγγελμα είναι αγρότες(φυσικά πρόσωπα). Η ρύθμιση αυτή ήταν ευνοϊκότερη έναντι άλλων κατηγοριών οφειλετών-δανειοληπτών.
Συγκεκριμένα προβλέφθηκε ότι οι ληξιπρόθεσμες οφειλές από δάνεια, πιστώσεις, συμβάσεις, κ.λπ. εκείνων των φυσικών προσώπων που είναι αγρότες κατά κύριο επάγγελμα, δεν μπορούν να υπερβαίνουν το διπλάσιο του ληφθέντος δανείου, σύμβασης, πίστωσης κ.λπ.
Για το ίδιο θέμα υπήρχε και προγενέστερο νομοθετικό καθεστώς (νόμος 2789/2000), το οποίο όμως ήταν λιγότερο ευνοϊκό για τα κόκκινα δάνεια των αγροτών.
Μάλιστα, ο νόμος του 2004 προβλέπει ότι για τα δάνεια που χορηγήθηκαν πριν το 1990 και δεν υπάρχουν επαρκή στοιχεία για την ανεύρεση του αρχικού κεφαλαίου (δανείου) που χορηγήθηκε, τότε η συνολική οφειλή δεν μπορεί να υπερβαίνει το 150% της οφειλής, όπως αυτή είχε διαμορφωθεί στην τελευταία προ του 1990 ρύθμιση.
Η κυρία Κουτζαμάνη και ο κ. Χατζηπαναγιώτης, υποστήριξαν ενώπιον της Ολομέλειας του Ανωτάτου Δικαστηρίου, ότι η επίμαχη ευνοϊκή νομοθετική ρύθμιση, πλέον των κατά κύριο επάγγελμα αγροτών (φυσικών προσώπων ), καταλαμβάνει και εκείνα τα νομικά πρόσωπα (εταιρείες, Αγροτικούς Συνετισμούς, κ.λπ.) που ασκούν αγροτική δραστηριότητα, υπό τις προϋποθέσεις ότι:
- Τα νομικά αυτά πρόσωπα (εταιρείες, κ.λπ.) έχουν συσταθεί από πρόσωπα που είναι κατά κύριο επάγγελμα αγρότες
-Η κύρια δραστηριότητά τους «συνίσταται πράγματι στην άσκηση γεωργικών εργασιών, σχετικών με συγκεκριμένη αγροτική εκμετάλλευση, από την οποία αντλούν τα εισοδήματά τους
-Για την σύσταση των νομικών αυτών προσώπων να έχουν τηρηθεί οι νόμιμες προϋποθέσεις, όπως αυτές προβλέπονται από τον Αστικό Κώδικα.
Η ευνοϊκή αυτή ρύθμιση, σύμφωνα με τις δύο εισηγήσεις, καταλαμβάνει και τους δανειολήπτες εκείνους που δεν είναι πλέον αγρότες («έχουν απωλέσει την ιδιότητα του αγρότη»).
Αντίθετα, κατά το χρόνο λήψης του δανείου, απαιτείται να υπάρχει η ιδιότητα του αγρότη, χωρίς όμως να απαιτείται η συνέχιση του αγροτικού επαγγέλματος.
Σύμφωνα με τους δικαστικούς λειτουργούς, οι ευνοϊκές αυτές ρυθμίσεις υπέρ των αγροτών, καταλαμβάνουν και τα νομικά πρόσωπα που δραστηριοποιούνται στον αγροτικό τομέα, καθώς αποσκοπούν «στην προσέλκυση και ενίσχυση νέων κυρίως στην συστηματική εκμετάλλευση γεωργικών καλλιεργειών».
Η Ολομέλεια του Αρείου Πάγου επιφυλάχθηκε να εκδώσει την απόφασή της, η οποία αναμένεται μέσα στους επόμενους δύο μήνες.