Deutsche Welle: Η κρίση ως ευκαιρία για μια δεύτερη Mεταπολίτευση
«40 χρόνια μετά την αποκατάσταση της δημοκρατίας η Ελλάδα είναι διαφορετική»
Άποψη από αντικείμενα της έκθεσης της
Βουλής των Ελλήνων με θέμα "Η Δημοκρατία δικαίω ουδέποτε κατελύθη, 40
χρόνια από την αποκατάσταση της Δημοκρατίας"
(
Πηγή:
ΑΠΕ-ΜΠΕ/ΑΠΕ-ΜΠΕ/Παντελής Σαίτας)
40 χρόνια συμπληρώνονται από τη
Mεταπολίτευση, την πτώση της δικτατορίας και την αποκατάσταση της
δημοκρατίας στην Ελλάδα. Κατά πόσο εκπληρώθηκαν τα όνειρα όσων
αντιτάχθηκαν στη χούντα των συνταγματαρχών;
40 χρόνια μετά, ο σύγχρονος μελετητής αποτυπώνει μια διαφορετική Ελλάδα. Μια Ελλάδα που εξακολουθεί να βιώνει μια βαθιά οικονομική και κοινωνική κρίση και η οποία αφήνει ανεξίτηλα τα σημάδια της στην μεταπολιτευτική ιστορία της χώρας, υποσκάπτοντας τα θεμέλια της σημερινής δημοκρατίας.
Η κατακόρυφη άνοδος της Χρυσής Αυγής έφερε στο προσκήνιο ιδεολογίες, απόψεις και αντιλήψεις, τις οποίες οι περισσότεροι δεν θα συνέδεαν ποτέ με τη σύγχρονη Ελλάδα, τουλάχιστον όχι μέχρι πριν από μερικά χρόνια.
Ο ίδιος ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας Κάρολος Παπούλιας ανέφερε στο μήνυμά του με αφορμή τη σημερινή επέτειο ότι η κρίση έφερε υποχώρηση της Δημοκρατίας, χαρακτηρίζοντας αυτή την εξέλιξη ως «τη δραματικότερη παρενέργεια της οικονομικής περιπέτειας».
Μεταπολίτευση και αντιμετώπιση παρελθόντος
Ποια είναι λοιπόν η ποιότητα της δημοκρατίας σήμερα στην Ελλάδα, 40 χρόνια μετά την αποκατάστασή της; Όπως είπε προς τη Deutsche Welle o πολιτικός επιστήμονας στο Πανεπιστήμιο της Βόννης Λάζαρος Μηλιόπουλος:
«Στην Ελλάδα υπάρχουν μακροχρόνιες πολιτικές και πολιτιστικές παραδόσεις που επηρέασαν αρνητικά την ποιότητα της δημοκρατίας και οι οποίες εντάθηκαν τη δεκαετία του 1980, στο πλαίσιο δηλαδή της Μεταπολίτευσης. Η Μεταπολίτευση λοιπόν δεν οδήγησε σε εξάλειψη αυτών των παραδόσεων, αλλά αντιθέτως, είχαμε μια εξέλιξη στην Ελλάδα η οποία δυστυχώς ενίσχυσε τις προβληματικές αυτές παραδόσεις. Η ένταξη της Ελλάδα στην ΕΕ τις ευνόησε, ωστόσο στο τέλος της δεκαετίας του 2000 έφτασαν στα όριά τους, με αποτέλεσμα να εκδηλωθούν για πρώτη φορά αυτές οι προβληματικές πτυχές».
Υπό τον όρο «προβληματικές παραδόσεις» ή πτυχές, ο κ. Μηλιόπουλος εννοεί, μεταξύ άλλων, το φαινόμενο των πελατειακών σχέσεων, τη διαφθορά αλλά και την «υπανάπτυκτη» όπως τη χαρακτηρίζει, σε σχέση με άλλες χώρες, κοινωνία των πολιτών στην Ελλάδα.
Τι διδάχθηκε λοιπόν η χώρα από το πρόσφατο παρελθόν της; Προχώρησαν πολίτες και πολιτική σε μια βαθιά και ουσιαστική συζήτηση για το κεφάλαιο εκείνο που προηγήθηκε της Μεταπολίτευσης; Έγινε μια αντίστοιχη συζήτηση, όπως για παράδειγμα έγινε στη Γερμανία αναφορικά με το ναζιστικό παρελθόν;
«Όχι δεν έγινε, αλλά πρόκειται και για δυο διαφορετικές περιπτώσεις. Στην Ελλάδα, όπως επίσης την Ισπανία αλλά και άλλες χώρες της νοτίου Ευρώπης που έζησαν τη μεταπολίτευση, το ζητούμενο ήταν επίσης να ξεπεραστεί η πόλωση μεταξύ αριστερών και δεξιών και του τραύματος αριστεράς-δεξιάς, να ξεπεραστεί η εσωτερική εχθρότητα και εντός της κοινωνίας. Πρόκειται για κοινωνίες των εμφυλίων πολέμων.
Στη Γερμανία αντίθετα το ζητούμενο ήταν να ξεπεραστεί μια δικτατορία η οποία στηρίζονταν σε τόσο μεγάλο βαθμό από τους πολίτες, δεν υπήρχαν συνθήκες εμφυλίου όπως στις χώρες της νοτίου Ευρώπης. Επίσης, στη Γερμανία υπήρξε μια απολυταρχική ενώ στην Ελλάδα μια αυταρχική δικτατορία.
Υπό αυτή την έννοια και με δεδομένη την αναγκαιότητα της εσωπολιτικής συμφιλίωσης δεν μπορούσε και δεν επιτρεπόταν να υπάρξει μια παρόμοια με τη Γερμανία αντιμετώπιση του παρελθόντος στην Ελλάδα, καθώς οι εσωτερικές και ιστορικές-ιδεολογικές πληγές θα άνοιγαν με τρόπο που δεν θα επέτρεπαν τη σταθεροποίηση της δημοκρατίας».
Η εξέλιξη της δημοκρατίας και η άνοδος της ΧΑ
Εντούτοις, όπως επισημαίνει ο κ. Μηλιόπουλος , μετά το 1974 κυριάρχησε στην Ελλάδα το σύμβολο της Μεταπολίτευσης ως «αντισύμβολο» της δικτατορίας. Όλες οι πολιτικές ελίτ που ακολούθησαν, σύμφωνα με τον ίδιο, κατέστησαν σαφές ότι η Μεταπολίτευση συνιστούσε πρόοδο σε σύγκριση με τη χούντα και πως ζητούμενο ήταν η σταθεροποίηση της δημοκρατίας, την οποία και στήριξαν οι πολίτες στη συνέχεια μέσα από τις κάλπες.
Τα τελευταία χρόνια, ωστόσο, ένα σημαντικό μέρος των ψηφοφόρων στρέφεται προς την άκρα δεξιά. Εντέλει είναι το φαινόμενο της Χρυσής Αυγής ένα παροδικό απότοκο της κρίσης ή σύμπτωμα μιας γενικότερης αυταρχικής τροπής στην ελληνική κοινωνία;
Ο Λάζαρος Μηλιόπουλος εκτιμά ότι υπάρχουν δυο διαφορετικές αναγνώσεις: η πρώτη διακρίνει στα υψηλά ποσοστά της ΧΑ ψήφους διαμαρτυρίας εναντίον του διεφθαρμένου και αποτυχημένου πολιτικού συστήματος. Την ίδια ώρα όμως, όπως επισημαίνει, «υπάρχουν στοιχεία που δείχνουν ότι από το 1974 καταγράφονταν ανέκαθεν ισχυρά αυταρχικά ρεύματα, ρεύματα και αντιλήψεις δηλαδή με αυταρχικό προσανατολισμό.
Αυτό βέβαια δεν σημαίνει κατ' ανάγκη ότι οι Έλληνες πρέπει να ψηφίζουν αντιδημοκρατικά κόμματα. Και παλαιότερα υπήρχαν αυτές οι αντιλήψεις, ωστόσο οι πολίτες δεν ψήφιζαν ποτέ κόμματα του δεξιού άκρου, σε αντίθεση με το αριστερό που προσέλκυε πάντα ψηφοφόρους. Υπό την έννοια αυτή τα κόμματα αυτά μπορούν εύκολα να εκμεταλλευτούν τις υπάρχουσες αυτές αντιλήψεις και να προχωρήσουν σε ριζοσπαστικοποίησή τους.
Για τα κόμματα αυτά λοιπόν υπάρχει ιδεολογική δεξαμενή στην Ελλάδα. Το ερώτημα είναι εάν θα πετύχουν. Εγώ πιστεύω ότι μελλοντικά θα ζήσουν και πάλι την αποτυχία».
Πολλοί από εκείνους που πρωτοστάτησαν στον τερματισμό της δικτατορίας και οι οποίοι οραματίστηκαν μια διαφορετική δημοκρατία ενδεχομένως να αισθάνονται σήμερα απογοήτευση, όπως εκτιμά ο κ. Μηλιόπουλος.
Εντούτοις, όπως επισημαίνει, δεν θα πρέπει να προσλαμβάνουν την Μεταπολίτευση ως μια ιστορία αποτυχίας, καθώς τις τέσσερις αυτές τελευταίες δεκαετίες η δημοκρατία σταθεροποιήθηκε στη χώρα. Πέρα από το αμιγώς πολιτικό σκέλος, η χώρα μέτρησε και οικονομικές επιτυχίες, ιδιαίτερα την δεκαετία του 1990, σύμφωνα με τον κ. Μηλιόπουλο. Υπό την έννοια αυτή, όπως επισημαίνει, η κρίση, η οποία επισκίασε τις επιτυχίες της πρώτης Μεταπολίτευσης, θα πρέπει να αντιμετωπιστεί και να εκληφθεί ως ευκαιρία για μια δεύτερη μεταπολίτευση.
Ο Λάζαρος Μηλιόπουλος είναι πολιτικός επιστήμονας στο Πανεπιστήμιο της Βόννης με ειδίκευση και πολλαπλές δημοσιεύσεις στα πεδία της πολιτικής φιλοσοφίας και θεωρίας, της θρησκείας και πολιτικής, των πολιτικών συστημάτων Γερμανίας και Ελλάδας, της ιστορίας των κομμάτων αλλά και του εξτρεμισμού.
40 χρόνια μετά, ο σύγχρονος μελετητής αποτυπώνει μια διαφορετική Ελλάδα. Μια Ελλάδα που εξακολουθεί να βιώνει μια βαθιά οικονομική και κοινωνική κρίση και η οποία αφήνει ανεξίτηλα τα σημάδια της στην μεταπολιτευτική ιστορία της χώρας, υποσκάπτοντας τα θεμέλια της σημερινής δημοκρατίας.
Η κατακόρυφη άνοδος της Χρυσής Αυγής έφερε στο προσκήνιο ιδεολογίες, απόψεις και αντιλήψεις, τις οποίες οι περισσότεροι δεν θα συνέδεαν ποτέ με τη σύγχρονη Ελλάδα, τουλάχιστον όχι μέχρι πριν από μερικά χρόνια.
Ο ίδιος ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας Κάρολος Παπούλιας ανέφερε στο μήνυμά του με αφορμή τη σημερινή επέτειο ότι η κρίση έφερε υποχώρηση της Δημοκρατίας, χαρακτηρίζοντας αυτή την εξέλιξη ως «τη δραματικότερη παρενέργεια της οικονομικής περιπέτειας».
Μεταπολίτευση και αντιμετώπιση παρελθόντος
Ποια είναι λοιπόν η ποιότητα της δημοκρατίας σήμερα στην Ελλάδα, 40 χρόνια μετά την αποκατάστασή της; Όπως είπε προς τη Deutsche Welle o πολιτικός επιστήμονας στο Πανεπιστήμιο της Βόννης Λάζαρος Μηλιόπουλος:
«Στην Ελλάδα υπάρχουν μακροχρόνιες πολιτικές και πολιτιστικές παραδόσεις που επηρέασαν αρνητικά την ποιότητα της δημοκρατίας και οι οποίες εντάθηκαν τη δεκαετία του 1980, στο πλαίσιο δηλαδή της Μεταπολίτευσης. Η Μεταπολίτευση λοιπόν δεν οδήγησε σε εξάλειψη αυτών των παραδόσεων, αλλά αντιθέτως, είχαμε μια εξέλιξη στην Ελλάδα η οποία δυστυχώς ενίσχυσε τις προβληματικές αυτές παραδόσεις. Η ένταξη της Ελλάδα στην ΕΕ τις ευνόησε, ωστόσο στο τέλος της δεκαετίας του 2000 έφτασαν στα όριά τους, με αποτέλεσμα να εκδηλωθούν για πρώτη φορά αυτές οι προβληματικές πτυχές».
Υπό τον όρο «προβληματικές παραδόσεις» ή πτυχές, ο κ. Μηλιόπουλος εννοεί, μεταξύ άλλων, το φαινόμενο των πελατειακών σχέσεων, τη διαφθορά αλλά και την «υπανάπτυκτη» όπως τη χαρακτηρίζει, σε σχέση με άλλες χώρες, κοινωνία των πολιτών στην Ελλάδα.
Τι διδάχθηκε λοιπόν η χώρα από το πρόσφατο παρελθόν της; Προχώρησαν πολίτες και πολιτική σε μια βαθιά και ουσιαστική συζήτηση για το κεφάλαιο εκείνο που προηγήθηκε της Μεταπολίτευσης; Έγινε μια αντίστοιχη συζήτηση, όπως για παράδειγμα έγινε στη Γερμανία αναφορικά με το ναζιστικό παρελθόν;
«Όχι δεν έγινε, αλλά πρόκειται και για δυο διαφορετικές περιπτώσεις. Στην Ελλάδα, όπως επίσης την Ισπανία αλλά και άλλες χώρες της νοτίου Ευρώπης που έζησαν τη μεταπολίτευση, το ζητούμενο ήταν επίσης να ξεπεραστεί η πόλωση μεταξύ αριστερών και δεξιών και του τραύματος αριστεράς-δεξιάς, να ξεπεραστεί η εσωτερική εχθρότητα και εντός της κοινωνίας. Πρόκειται για κοινωνίες των εμφυλίων πολέμων.
Στη Γερμανία αντίθετα το ζητούμενο ήταν να ξεπεραστεί μια δικτατορία η οποία στηρίζονταν σε τόσο μεγάλο βαθμό από τους πολίτες, δεν υπήρχαν συνθήκες εμφυλίου όπως στις χώρες της νοτίου Ευρώπης. Επίσης, στη Γερμανία υπήρξε μια απολυταρχική ενώ στην Ελλάδα μια αυταρχική δικτατορία.
Υπό αυτή την έννοια και με δεδομένη την αναγκαιότητα της εσωπολιτικής συμφιλίωσης δεν μπορούσε και δεν επιτρεπόταν να υπάρξει μια παρόμοια με τη Γερμανία αντιμετώπιση του παρελθόντος στην Ελλάδα, καθώς οι εσωτερικές και ιστορικές-ιδεολογικές πληγές θα άνοιγαν με τρόπο που δεν θα επέτρεπαν τη σταθεροποίηση της δημοκρατίας».
Η εξέλιξη της δημοκρατίας και η άνοδος της ΧΑ
Εντούτοις, όπως επισημαίνει ο κ. Μηλιόπουλος , μετά το 1974 κυριάρχησε στην Ελλάδα το σύμβολο της Μεταπολίτευσης ως «αντισύμβολο» της δικτατορίας. Όλες οι πολιτικές ελίτ που ακολούθησαν, σύμφωνα με τον ίδιο, κατέστησαν σαφές ότι η Μεταπολίτευση συνιστούσε πρόοδο σε σύγκριση με τη χούντα και πως ζητούμενο ήταν η σταθεροποίηση της δημοκρατίας, την οποία και στήριξαν οι πολίτες στη συνέχεια μέσα από τις κάλπες.
Τα τελευταία χρόνια, ωστόσο, ένα σημαντικό μέρος των ψηφοφόρων στρέφεται προς την άκρα δεξιά. Εντέλει είναι το φαινόμενο της Χρυσής Αυγής ένα παροδικό απότοκο της κρίσης ή σύμπτωμα μιας γενικότερης αυταρχικής τροπής στην ελληνική κοινωνία;
Ο Λάζαρος Μηλιόπουλος εκτιμά ότι υπάρχουν δυο διαφορετικές αναγνώσεις: η πρώτη διακρίνει στα υψηλά ποσοστά της ΧΑ ψήφους διαμαρτυρίας εναντίον του διεφθαρμένου και αποτυχημένου πολιτικού συστήματος. Την ίδια ώρα όμως, όπως επισημαίνει, «υπάρχουν στοιχεία που δείχνουν ότι από το 1974 καταγράφονταν ανέκαθεν ισχυρά αυταρχικά ρεύματα, ρεύματα και αντιλήψεις δηλαδή με αυταρχικό προσανατολισμό.
Αυτό βέβαια δεν σημαίνει κατ' ανάγκη ότι οι Έλληνες πρέπει να ψηφίζουν αντιδημοκρατικά κόμματα. Και παλαιότερα υπήρχαν αυτές οι αντιλήψεις, ωστόσο οι πολίτες δεν ψήφιζαν ποτέ κόμματα του δεξιού άκρου, σε αντίθεση με το αριστερό που προσέλκυε πάντα ψηφοφόρους. Υπό την έννοια αυτή τα κόμματα αυτά μπορούν εύκολα να εκμεταλλευτούν τις υπάρχουσες αυτές αντιλήψεις και να προχωρήσουν σε ριζοσπαστικοποίησή τους.
Για τα κόμματα αυτά λοιπόν υπάρχει ιδεολογική δεξαμενή στην Ελλάδα. Το ερώτημα είναι εάν θα πετύχουν. Εγώ πιστεύω ότι μελλοντικά θα ζήσουν και πάλι την αποτυχία».
Πολλοί από εκείνους που πρωτοστάτησαν στον τερματισμό της δικτατορίας και οι οποίοι οραματίστηκαν μια διαφορετική δημοκρατία ενδεχομένως να αισθάνονται σήμερα απογοήτευση, όπως εκτιμά ο κ. Μηλιόπουλος.
Εντούτοις, όπως επισημαίνει, δεν θα πρέπει να προσλαμβάνουν την Μεταπολίτευση ως μια ιστορία αποτυχίας, καθώς τις τέσσερις αυτές τελευταίες δεκαετίες η δημοκρατία σταθεροποιήθηκε στη χώρα. Πέρα από το αμιγώς πολιτικό σκέλος, η χώρα μέτρησε και οικονομικές επιτυχίες, ιδιαίτερα την δεκαετία του 1990, σύμφωνα με τον κ. Μηλιόπουλο. Υπό την έννοια αυτή, όπως επισημαίνει, η κρίση, η οποία επισκίασε τις επιτυχίες της πρώτης Μεταπολίτευσης, θα πρέπει να αντιμετωπιστεί και να εκληφθεί ως ευκαιρία για μια δεύτερη μεταπολίτευση.
Ο Λάζαρος Μηλιόπουλος είναι πολιτικός επιστήμονας στο Πανεπιστήμιο της Βόννης με ειδίκευση και πολλαπλές δημοσιεύσεις στα πεδία της πολιτικής φιλοσοφίας και θεωρίας, της θρησκείας και πολιτικής, των πολιτικών συστημάτων Γερμανίας και Ελλάδας, της ιστορίας των κομμάτων αλλά και του εξτρεμισμού.