ΣΕ ΔΥΟ ΕΠΙΠΕΔΑ ΟΙ ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΑ ΔΑΝΕΙΑ
Προς τη σωστή κατεύθυνση εκτιμούν οι τράπεζες πως κινείται το νομοσχέδιο του υπουργείου Ανάπτυξης για τα υπερήμερα επιχειρηματικά δάνεια, καθώς δίνονται κίνητρα στις επιχειρήσεις να ενταχθούν στη ρύθμιση. Σήμερα θα...
υπάρξει σύσκεψη του προεδρείου της Ενωσης Ελληνικών Τραπεζών με αντικείμενο τις συγκεκριμένες ρυθμίσεις.
Το σχέδιο νόμου προβλέπει τη δυνατότητα αντιμετώπισης των υπερήμερων υποχρεώσεων των εταιρειών σε εφορία, ασφαλιστικά ταμεία και τράπεζες με ένα ενιαίο τρόπο, κάτι που εκτιμάται ότι θα οδηγήσει πολλές από τις βιώσιμες επιχειρήσεις να κάνουν χρήση του νέου θεσμικού πλαισίου. Βεβαίως θα πρέπει να σημειωθεί πως η εφαρμογή του νόμου δεν θα έχει χαρακτήρα υποχρεωτικό και πως η τελική του μορφή θα πρέπει να εγκριθεί από την τρόικα, η οποία έχει ήδη το σχέδιο στα χέρια της, αλλά μέχρι σήμερα δεν έχει απαντήσει.
Το σχέδιο προβλέπει προηγούμενη συναίνεση των οφειλετών με τους πιστωτές, με τις τράπεζες να είναι εκείνες που θα καθορίσουν τα «εργαλεία» που θα χρησιμοποιηθούν για τη ρύθμιση. Ο ρόλος των δικαστηρίων περιορίζεται, παρότι η δικαστική απόφαση είναι απαραίτητη για την εφαρμογή της ρύθμισης.
ΕΠΑΝΕΚΚΙΝΗΣΗ
Στόχος είναι το μέτρο να λειτουργήσει όσο το δυνατόν πιο σύντομα, ώστε να διασωθούν οι υγιείς και βιώσιμες επιχειρήσεις και να επανεκκινήσει η οικονομία με την εξοικονόμηση πόρων. Το υπουργείο Ανάπτυξης που εκπονεί τη νομοθετική ρύθμιση σκοπεύει να την πλαισιώσει και με άλλες δράσεις, όπως η αναχρηματοδότηση παλαιών δανείων με κονδύλια του ΕΣΠΑ. Αφορά ουσιαστικά στην επιδότηση επιτοκίου, που για να πραγματοποιηθεί θα πρέπει να τροποποιηθεί ο κανονισμός της Ε.Ε. που απαγορεύει τη χρήση κοινοτικών κονδυλίων για τον σκοπό αυτό. Το μέτρο όμως αυτό, αν υλοποιηθεί, δεν προβλέπεται να αφορά τις επιχειρήσεις με προβληματικά δάνεια, αλλά εκείνες που είναι ενήμερες και πληρώνουν υψηλό επιτόκιο.
Η πρόταση του υπουργείου προβλέπει τη συμφωνία των δύο μερών, πιστωτών και οφειλετών, για τη ρύθμιση του επιχειρηματικού χρέους, με τον όρο ότι το σχέδιο εξυγίανσης φέρνει την έγκριση του 60% των πιστωτών, στο οποίο περιλαμβάνεται το 40% των τυχόν εμπράγματων εξασφαλίσεων. Η συμφωνία αυτή θα δεσμεύει το σύνολο των πιστωτών της επιχείρησης, ακόμα και εκείνων που δεν είναι συμβαλλόμενοι. Από την πλευρά τους, οι τράπεζες έχουν υποβάλει σχετικές διορθωτικές προτάσεις και αναμένεται να καταθέσουν και άλλες στο πλαίσιο της διαβούλευσης.
Μέσα από το σχέδιο νόμου προβλέπεται και η δυνατότητα υπαγωγής στη διαδικασία ρύθμισης των οφειλών επιχειρήσεων, χωρίς δεσμευτική ισχύ για το σύνολο των πιστωτών με την προϋπόθεση ότι στη ρύθμιση συναινεί το 50% του συνόλου των απαιτήσεων, στο οποίο περιλαμβάνεται το 30% των τυχόν εμπράγματων απαιτήσεων, καθώς και ένα ή περισσότερα πιστωτικά ιδρύματα. Οι τράπεζες πάντως θα είναι εκείνες που θα κρίνουν τη βιωσιμότητα της επιχείρησης και το είδος της ρύθμισης, αν δηλαδή θα αφορά κεφαλαιοποίηση χρεών, ρύθμιση δανείου.
Οταν επιτευχθεί διμερής συμφωνία η επιχείρηση θα πρέπει να υποβάλει αίτηση υπαγωγής στις διατάξεις του νέου νόμου, εντός συγκεκριμένης προθεσμίας. Προτείνεται αυτό να μπορεί να γίνει μέχρι και την 30ή Ιουνίου 2015. Η αίτηση θα πρέπει να συζητηθεί στο Δικαστήριο εντός διμήνου και η απόφαση να εκδοθεί σε ένα μήνα από τη συζήτηση. Το Δικαστήριο μπορεί να απορρίψει την αίτηση, ενώ έφεση κατά της απορριπτικής απόφασης μπορεί να υποβληθεί εντός τριάντα ημερών.
υπάρξει σύσκεψη του προεδρείου της Ενωσης Ελληνικών Τραπεζών με αντικείμενο τις συγκεκριμένες ρυθμίσεις.
Το σχέδιο νόμου προβλέπει τη δυνατότητα αντιμετώπισης των υπερήμερων υποχρεώσεων των εταιρειών σε εφορία, ασφαλιστικά ταμεία και τράπεζες με ένα ενιαίο τρόπο, κάτι που εκτιμάται ότι θα οδηγήσει πολλές από τις βιώσιμες επιχειρήσεις να κάνουν χρήση του νέου θεσμικού πλαισίου. Βεβαίως θα πρέπει να σημειωθεί πως η εφαρμογή του νόμου δεν θα έχει χαρακτήρα υποχρεωτικό και πως η τελική του μορφή θα πρέπει να εγκριθεί από την τρόικα, η οποία έχει ήδη το σχέδιο στα χέρια της, αλλά μέχρι σήμερα δεν έχει απαντήσει.
Το σχέδιο προβλέπει προηγούμενη συναίνεση των οφειλετών με τους πιστωτές, με τις τράπεζες να είναι εκείνες που θα καθορίσουν τα «εργαλεία» που θα χρησιμοποιηθούν για τη ρύθμιση. Ο ρόλος των δικαστηρίων περιορίζεται, παρότι η δικαστική απόφαση είναι απαραίτητη για την εφαρμογή της ρύθμισης.
ΕΠΑΝΕΚΚΙΝΗΣΗ
Στόχος είναι το μέτρο να λειτουργήσει όσο το δυνατόν πιο σύντομα, ώστε να διασωθούν οι υγιείς και βιώσιμες επιχειρήσεις και να επανεκκινήσει η οικονομία με την εξοικονόμηση πόρων. Το υπουργείο Ανάπτυξης που εκπονεί τη νομοθετική ρύθμιση σκοπεύει να την πλαισιώσει και με άλλες δράσεις, όπως η αναχρηματοδότηση παλαιών δανείων με κονδύλια του ΕΣΠΑ. Αφορά ουσιαστικά στην επιδότηση επιτοκίου, που για να πραγματοποιηθεί θα πρέπει να τροποποιηθεί ο κανονισμός της Ε.Ε. που απαγορεύει τη χρήση κοινοτικών κονδυλίων για τον σκοπό αυτό. Το μέτρο όμως αυτό, αν υλοποιηθεί, δεν προβλέπεται να αφορά τις επιχειρήσεις με προβληματικά δάνεια, αλλά εκείνες που είναι ενήμερες και πληρώνουν υψηλό επιτόκιο.
Η πρόταση του υπουργείου προβλέπει τη συμφωνία των δύο μερών, πιστωτών και οφειλετών, για τη ρύθμιση του επιχειρηματικού χρέους, με τον όρο ότι το σχέδιο εξυγίανσης φέρνει την έγκριση του 60% των πιστωτών, στο οποίο περιλαμβάνεται το 40% των τυχόν εμπράγματων εξασφαλίσεων. Η συμφωνία αυτή θα δεσμεύει το σύνολο των πιστωτών της επιχείρησης, ακόμα και εκείνων που δεν είναι συμβαλλόμενοι. Από την πλευρά τους, οι τράπεζες έχουν υποβάλει σχετικές διορθωτικές προτάσεις και αναμένεται να καταθέσουν και άλλες στο πλαίσιο της διαβούλευσης.
Μέσα από το σχέδιο νόμου προβλέπεται και η δυνατότητα υπαγωγής στη διαδικασία ρύθμισης των οφειλών επιχειρήσεων, χωρίς δεσμευτική ισχύ για το σύνολο των πιστωτών με την προϋπόθεση ότι στη ρύθμιση συναινεί το 50% του συνόλου των απαιτήσεων, στο οποίο περιλαμβάνεται το 30% των τυχόν εμπράγματων απαιτήσεων, καθώς και ένα ή περισσότερα πιστωτικά ιδρύματα. Οι τράπεζες πάντως θα είναι εκείνες που θα κρίνουν τη βιωσιμότητα της επιχείρησης και το είδος της ρύθμισης, αν δηλαδή θα αφορά κεφαλαιοποίηση χρεών, ρύθμιση δανείου.
Οταν επιτευχθεί διμερής συμφωνία η επιχείρηση θα πρέπει να υποβάλει αίτηση υπαγωγής στις διατάξεις του νέου νόμου, εντός συγκεκριμένης προθεσμίας. Προτείνεται αυτό να μπορεί να γίνει μέχρι και την 30ή Ιουνίου 2015. Η αίτηση θα πρέπει να συζητηθεί στο Δικαστήριο εντός διμήνου και η απόφαση να εκδοθεί σε ένα μήνα από τη συζήτηση. Το Δικαστήριο μπορεί να απορρίψει την αίτηση, ενώ έφεση κατά της απορριπτικής απόφασης μπορεί να υποβληθεί εντός τριάντα ημερών.