O αρχαιοκάπηλος της Αμφίπολης
«Οι αρχαιοκάπηλοι πάνε πρώτοι σε έναν αρχαιολογικό χώρο και μετά οι αρχαιολόγοι...». Με αυτή τη φράση, ο 82χρονος Κ.Ε., ο οποίος έχει συλληφθεί στο παρελθόν για αρχαιοκαπηλία, περιγράφει πώς η παράνομη συλλογή πολύτιμων αντικειμένων εξαπλωνόταν απ’ άκρη σ’ άκρη σε όλη την έκταση της ελληνικής επικράτειας και πώς το εμπόριο των εν λόγω αρχαίων αντικειμένων αποτέλεσε μείζον ζήτημα που έλαβε τεράστιες διαστάσεις με την πάροδο του χρόνου.
Ανακαλώντας μνήμες από το παρελθόν, ο Κ.Ε. αποκαλύπτει πως τόσο ο ίδιος όσο και πολλοί άλλοι κάτοικοι της Αμφίπολης ξεκίνησαν την παράνομη δραστηριότητά τους, «πουλώντας στον έμπορο και παίρνοντας το μερτικό τους. Εδώ έσκαβαν όλοι... Οι αρχαιοκάπηλοι, όπως τους λένε, πάνε πρώτοι, οι αρχαιολόγοι φτάνουν μετά», αναφέρει μεταξύ άλλων ο 82χρονος συμπληρώνοντας ότι μετά το 1980, όλοι οι κάτοικοι στην Αμφίπολη, προμηθεύτηκαν ανιχνευτές μετάλλων.
«Πώς έγινα αρχαιοκάπηλος»
Παιδί πάμφτωχης προσφυγικής οικογένειας, άφησε μαζί με τους δικούς του, το 1927, τη Δράμα, με τα πολλά κουνούπια και την ελονοσία και κατέφυγαν νοτιότερα, στην Αμφίπολη.
«Τα πολλά κουνούπια της λίμνης και η ελονοσία ανάγκασαν τότε τους πρόσφυγες να φύγουν από εκεί. Άφησαν τότε τα ζώα τους ελεύθερα να τους οδηγήσουν- όπου εκείνα θα ησύχαζαν, εκεί θα εγκατασταίνονταν. Έτσι διάλεξαν και εγκαταστάθηκαν στον σημερινό οικισμό της Αμφίπολης που τότε τού δώσανε το όνομα Νεοχώρι» εξιστορεί ο 82χρονος.
«...Στην Αμφίπολη ήρθαμε με την οικογένειά μου, όταν ήμουν επτά ετών» θα θυμηθεί και εξιστορεί πώς ο ίδιος εισήλθε στο «βασίλειο» της (παράνομης) συλλογής αρχαίων αντικειμένων.
«Η οικογένειά μου ήρθε από τη Δράμα το 1944. Ήμασταν κτηνοτρόφοι. Θυμάμαι που πήγαιναν τα γίδια να βοσκήσουν ψηλά εκεί, στον λόφο Καστά, είχε πολύ αέρα και μου άρεζε να ανεβαίνω στην κορυφή... Το 1953, πήγα φαντάρος. Στο χωριό είχε πολύ φτώχεια… Όταν γύρισα, μαζί με τον αδερφό μου ξεκινήσαμε να βγάζουμε τις οβίδες από τον λόφο. Είχαν μείνει πολλές από τον Βαλκανικό Πόλεμο. Βγάζαμε μολύβια και 'τούντσια' και τα πουλούσαμε στη Θεσσαλονίκη, δώδεκα δραχμές το κιλό. Τις βρίσκαμε εύκολα, γιατί, όταν χτυπούσε η οβίδα, άφηνε ίχνη καπνού στα βράχια, ήταν ζεστή και άφηνε καπνούς. Υπήρχαν, όμως, τρύπες που δεν είχαν καπνούς. Σκάψαμε... ήταν τάφοι. Έτσι άρχισαν όλα» λέει ο Κ.Ε.
Από τότε ξεκίνησε και επίσημα η παράνομη δραστηριότητά του.
«Εγώ άρχισα από τους πρώτους» θα ομολογήσει και θα συμπληρώσει: «Πήγα παντού, μέχρι τις Μυκήνες, πηγαίναμε δύο - τρία άτομα, ξέραμε πού ήταν, ψάχνοντας τα έβρισκες. Πήγα στη Βεργίνα πριν από τον Ανδρόνικο. Ήμασταν τέσσερα άτομα και πήγαμε τρία μέτρα βάθος, βρήκαμε ένα φτυάρι σπασμένο, πήγαν άλλοι πριν από εμάς» είπε απογοητευμένος.
Περιγράφοντας με κάθε λεπτομέρεια τις παράνομες ανασκαφές, διηγήθηκε, μιλώντας στο ΑΠΕ: «Άνοιξα πολλούς τάφους: αν ήταν γυναικείος ο τάφος, βρίσκαμε χρυσά σκουλαρίκια, περιδέραια και καρφίτσες, αν ήταν αντρικός κάποια αντικείμενα και δακτυλίδια. Πηγαίναμε βράδυ, ήμασταν το πολύ δυο-τρεις. Τα πουλούσαμε στον έμπορο και ο καθένας έπαιρνε το μερτικό του. Η συναλλαγή γινόταν στη Θεσσαλονίκη. Αν έβρισκες κάτι, έπαιρνες τον έμπορο και του το έλεγες. Έβρισκαν και αγαλματίδια και τα πουλούσαν στους μεγάλους αρχαιοκάπηλους ή σε αυτούς που έκαναν συλλογές».
Το 1955 -συνεχίζει- «ήρθε ο αρχαιολόγος από την Καβάλα, ο Δημήτρης Λαζαρίδης και ξεκίνησε τις αρχαιολογικές εργασίες. Είχα βρει τότε τριάντα αγαλματίδια, δούλευα στον δρόμο και άνοιγα τη διακλάδωση προς το χωριό μέσα, φαρδαίναμε τον δρόμο, τριάντα κούκλες, περιστέρια "αλεπές" και γυναικεία πρόσωπα, τα παρέδωσα στο Λαζαρίδη. Δεν μου έδωσαν καμία αμοιβή... Μια μέρα, καθώς άνοιγε τον δρόμο η μπουλντόζα, πετάχτηκε ένα κεφάλι μαρμάρινο. Το παρέδωσα και αυτό, αλλά λεφτά δεν πήρα ακόμη».
Ο αρχαιολόγος Δημήτρης Λαζαρίδης και το ημερολόγιό του
26.04.1956, Αμφίπολη: «Άρχισαν συστηματικές ανασκαφές στην Αμφίπολη σ' ένα μεγάλο νεκροταφείο για να προστατευτεί η περιοχή από την αρχαιοκαπηλία. Πήρα την απόφαση να αρχίσω, παρά τις αδυναμίες, για να διασωθεί το καταπληκτικό πλήθος των κτερισμάτων. Ο τόπος ήταν γεμάτος σκάμματα και τομείς αρχαιοκαπήλων».
Έτσι περιγράφει, στο ημερολόγιό του, ο αρχαιολόγος Δημήτρης Λαζαρίδης την αναγκαιότητα της έναρξης ανασκαφών στην Αμφίπολη και την προστασία της περιοχής από την Αρχαιολογική Εταιρεία, προκειμένου να χαρακτηριστεί άμεσα τότε, αρχαιολογικός χώρος. Με τον τρόπο αυτό ήθελε να μπει «φρένο» στη δράση των αρχαιοκάπηλων που πρόλαβαν πριν από αυτόν να ξεκινήσουν τις «εκσκαφές» και να συλήσουν ό,τι έβρισκαν μπροστά τους.
1964-1965: «Μετά την έρευνα του νεκροταφείου, προχώρησα στην έρευνα της πόλης. Επιχείρησα ένα πλήθος δοκιμαστικών τομών στην ομαλή έκταση της Αμφίπολης, όπου υπήρχαν οι παλαιοχριστιανικές βασιλικές. Οι έρευνες αυτές ήταν άκαρπες. Εντούτοις πίστευα ότι εδώ θα έπρεπε να βρισκόταν ο σημαντικότερος χώρος της πόλης και ίσως η Αγορά. Την πεποίθησή μου ενίσχυε το γεγονός ότι οι παλαιότεροι κάτοικοι του χωριού ονόμαζαν αυτό το χώρο Μπεζεστένι και ότι εδώ αποκαλύπτονταν, όταν όργωναν, αξιόλογα τυχαία ευρήματα, όπως επιγραφές και αγάλματα. Η πόλη αυτή, που έγινε αποικία των Αθηναίων στα χρόνια του Περικλή, δηλαδή την εποχή της μεγάλης ακμής της Αθήνας, είμαι βέβαιος πως ήταν ένα μεγάλο κοσμοπολίτικο κέντρο. Από τα πιο μακρινά μέρη υπήρχαν παροικίες στην Αμφίπολη. Και, φυσικά, υπήρχαν ντόπια εργαστήρια κοσμημάτων, γλυπτών, αγγειοπλαστικής» έγραψε λίγα χρόνια αργότερα στο ημερολόγιό του ο Δημήτρης Λαζαρίδης.
Ο τύμβος της Αμφίπολης από ψηλά
«Αλλά, όμως, το πλέον αξιόλογο κτίριο ήτο ναός παλαιοχριστιανικών χρόνων αποκαλυφθείς εις τη θέσιν Μπεζεστένι και εντός αγρού του Ιωσήφ Ευθυμιάδη, ανατολικώς της αποκαλυφθείσης εν έτει 1961 κιονοστοιχίας... Εντός της Κοινότητας Αμφιπόλεως, όπισθεν της οικίας του Γεωργίου Παπαδόπουλου, κατά τη διάνοιξη των θεμελίων δια την οικοδομήν της εκκλησίας του χωριού, είχε διαπιστωθεί η ύπαρξις ορθογώνιου σκάμματος επί του μαλακού βράχου... Διαπιστώθη ούτως ότι πρόκειται περί λαξευτού τάφου εκ των λεγόμενων μακεδονικών Ταφή, δεν διαπιστώθει ούδ΄ανευρέθησαν οστά» αναφέρει ο Δημήτρης Λαζαρίδης στα Πρακτικά της εν Αθήναις Αρχαιολογικής Εταιρείας έτους 1964, διαπιστώνοντας ότι αρχαιολογικοί τάφοι υπήρχαν, αλλά ήταν άδειοι.
«Εμείς δείξαμε στον Λαζαρίδη πού ήταν η Νεκρόπολη»
Από την πλευρά του, ο Κ.Ε. ισχυρίζεται ότι ο ίδιος και άλλοι αρχαιοκάπηλοι «δείξαμε στον Λαζαρίδη πού ήταν η Νεκρόπολη».
«Μπερδεύονταν ακόμη και διοικητές της αστυνομίας»
Αναφορικά με τις εκσκαφές στην Αμφίπολη μετά το 1980 ο Ε.Κ. θυμάται: «Μετά το 1980, όλοι στην Αμφίπολη πήραν μηχανήματα ανιχνευτές. Τριάντα άτομα κάνανε όλη τη δουλειά- ήταν και Διοικητές μέσα και αυτοί μπερδεύονταν με τα αρχαία. Το 1994 παρέδωσα κάποια αντικείμενα στην αρχαιολογική υπηρεσία, τα εκτίμησαν με ένα ποσό, αλλά ακόμη δεν μου τα πλήρωσαν. Το 2006 τους παρέδωσα πέντε χάλκινα και δύο ασημένια νομίσματα ρωμαϊκών χρόνων, ένα χάλκινο νόμισμα βυζαντινών χρόνων, ένα στάθμιο και μία χάλκινη αιχμή βέλους. Τα κοστολόγησαν περίπου 900 ευρώ, αλλά δεν μου τα πληρώσανε ακόμη» συμπληρώνει.
«Τώρα τα παράτησα, γέρασα... Στις τελευταίες ανασκαφές στον Τύμβο Καστά, εγώ έδειξα στον αρχιφύλακα της Περιστέρη την είσοδο του Τύμβου. Τού έδωσα και σχεδιάγραμμα, το έχουν» κατέληξε ο K.E.